αρχαία στράτος

Στην Ακαρνανία, στον τόπο που βρίσκεται δυτικά της κοίτης του ποταμού Αχελώου, βρίσκεται η Αρχαία Στράτος. Η πόλη Στράτος στην αρχαιότητα ήταν Πρωτεύουσα των αρχαίων Ακαρνάνων, γεγονός που οφείλεται στη νευραλγική γεωγραφική και στρατιωτική της θέση. Ο Θουκυδίδης την χαρακτηρίζει «πόλιν μεγίστη της Ακαρνανίας». Την εύφορη Ακαρνανική πεδιάδα στην οποία εκτεινόταν η Αρχαία Στράτος ο Πολύβιος ονομάζει «Στρατική».
Η περιοχή είχε κατοικηθεί από την υστεροελλαδική εποχή. Η πόλη όμως της Στράτου άρχισε να αποκτά σημασία από τον Ε΄ π.Χ. αιώνα. Το 429 π.Χ. και το 391 π.Χ. την πολιόρκησαν χωρίς επιτυχία οι Σπαρτιάτες. Ο Σπαρτιάτης Ευρύλοχος πέρασε το 426 π.Χ. κάτω από τα τείχη της χωρίς να τολμήσει να την προσβάλει. Ογδόντα περίπου χρόνια αργότερα την κατέλαβε ο Βασιλιάς της Μακεδονίας Κάσσανδρος και το 263 π.Χ. οι Αιτωλοί. Το 188 π.Χ. την κυρίεψαν οι Ρωμαίοι. Η παρακμή της άρχισε μετά την ίδρυση της Νικόπολης.
Η αρχαία Στράτος αποτελεί σήμερα σημαντικό αρχαιολογικό τόπο. Στην περιοχή σώζονται μέρος των μεγαλόπρεπων τειχών της, ερείπια του ναού του Στρατίου Διός και του Βουλευτηρίου και το αρχαίο θέατρο της πόλης, χωρητικότητας περίπου 7.000 ατόμων.
naos dios-stratos

Ο ναός του Στρατίου Διός

Ο Στράτιος Δίας αποτελούσε τον πολιούχο και προστάτη Θεό των Στρατίων. Ο ναός ήταν χτισμένος σε περίοπτη θέση δυτικά της πόλης, μέσα στην οχυρωμένη περίμετρο της πόλης. Οικοδομήθηκε μετά το 338 π.Χ. και πριν το 314 π.Χ.. Πρόκειται για Ναό δωρικού ρυθμού, λίγο μεγαλύτερο από τον αθηναϊκό ναό του ΄Ηφαιστου («Θησείο»). Σήμερα σώζονται πέντε σφόνδυλοι των κιόνων της βόρειας πλευράς και τμήμα ενός της ανατολικής. Το δομικό υλικό του ναού είναι ο γκρίζος σκληρός ασβεστόλιθος.
(φωτογραφία: Γιώργος Καρδαράς)
Ο ναός, στο κέντρο της δυτικής πλευράς της πόλης και στην κορυφή υψώματος, προσέφερε απεριόριστη θέα, τόσο στο εσωτερικό της πόλης, όσο και στην πεδιάδα της «Στρατικής». Για την ακρίβεια, ο περίφημος ναός του Στρατίου Διός ήταν ενσωματωμένος στο δυτικό άκρο (και εν μέρει εκτός) της οχύρωσης της αρχαίας πόλης, στη θέση παλαιότερου ναού. Οι Στρατίοι, αφού ισοπέδωσαν την κορυφή του λόφου και έριξαν τα θεμέλια του ναού, για την ενίσχυση της έδρασής του, κατασκεύασαν ορθογωνικό ανάλημμα που συνδέθηκε με το στερεοβάτη του ναού με εγκάρσιους τοίχους. Σχηματίστηκε έτσι, ένα είδος σχάρας που ενίσχυε τη θεμελίωση του ναού και απέτρεπε την ολίσθηση του εδάφους. Ο περίπτερος δωρικός ναός κτίστηκε στο τέλος του 4ου αι. π.Χ. και είναι δομημένος από ντόπιο συμπαγή γκριζωπό ασβεστόλιθο, ενώ στις αφανείς κατασκευές του στερεοβάτη από ευτελή πράσινο πώρο. Σύμφωνα με τον Α. Ορλάνδο, ο οποίος στηρίχτηκε σε αρχιτεκτονικά χρονολογικά δεδομένα και σε ιστορικά δεδομένα, ο ναός πρέπει να κτίστηκε στα χρόνια της μεγάλης ακμής της Ακαρνανίας μετά το 328 π.Χ. και έως το 313 π.Χ.
Ο ναός, διαστάσεων 34,19μ. x 18,39μ., έφερε έξι κίονες στη στενή και έντεκα στη μακριά πλευρά του. Από τους κίονες του πτερού σώζονται στη θέση τους πέντε σφόνδυλοι της βόρειας πλευράς και ένας της ανατολικής. Η κρηπίδα του ναού αποτελείται από τρεις αναβαθμούς. Ο ναός διαιρούνταν σε πρόναο, σηκό και οπισθόδομο. Ο πρόναος και ο οπισθόδομος φέρουν από δύο αρράβδωτους κίονες εν παραστάσει, από τους οποίους σώζονται κατά χώρα μόνο οι κατώτατοι σφόνδυλοι. Σχετικά με το σηκό του ναού που ήταν ορθογώνιου σχήματος, διακρίνονται ίχνη των πλακών του δαπέδου του. Ο σηκός είχε πλάγια κλίτη ψηλότερα του κεντρικού και έφερε εσωτερικά κιονοστοιχίες με τέσσερις κίονες σε κάθε κλίτος, οι οποίοι στήριζαν και την οροφή. Οι κίονες μάλιστα, ήταν τοποθετημένοι κοντά στον τοίχο του σηκού. Σύμφωνα με τον Ορλάνδο, η οροφή του πρόναου και του οπισθόδομου ήταν ξύλινες, ενώ το κεντρικό τμήμα του σηκού ήταν υπαίθριο. Οι δωρικοί κίονες του ναού είχαν αρράβδωτο κορμό, γεγονός που υποδηλώνει ότι ο ναός ίσως έμεινε ημιτελής. Η ολοκλήρωσή του φαίνεται ότι διακόπηκε, λόγω πολεμικών συγκρούσεων με τους Αιτωλούς. Οι μετόπες του ναού θα πρέπει να ήταν ζωγραφιστές. Τέλος, στα νοτιοανατολικά του ναού δεσπόζει ο βωμός και βάσεις αναθημάτων. Στο βωμό βρέθηκαν πολλά τεμάχια πήλινων ειδωλίων αλλά και επιγραφών, ως επί το πλείστον ψηφισμάτων.
Ο W.M. Leake ήταν ο πρώτος περιηγητής που επισκέφτηκε τα ερείπια της Στράτου το 1805, ενώ ο L. Heyzey ο πρώτος που αποτύπωσε τα ερείπια του ναού το 1856. Ανασκαφές στο ναό πραγματοποιήθηκαν από τη Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή από το 1892 έως το 1913 και το 1924, οπότε και ακολούθησε η δημοσίευσή του, μαζί με τις επιγραφές που βρέθηκαν εκεί. Η σημαντικότερη μελέτη του μνημείου και η σωστότερη αποκατάστασή του δημοσιεύτηκε το 1925 από τον Α. Ορλάνδο.
(πηγή: odysseus.culture.gr)

το αρχαίο θέατρο

Το αρχαίο θέατρο της Στράτου έχει οικοδομηθεί ανατολικά του διατειχίσματος, πολύ κοντά στην αρχαία Αγορά με την οποία συνδεόταν με βαθμιδωτό δρόμο. Βρίσκεται σε κλειστή χαμηλή πλαγιά με θέα τον ποταμό Αχελώο. Το θέατρο οικοδομήθηκε τον 4ο αιώνα π.Χ. και βασικό του υλικό είναι ο γκριζοπράσινος ψαμμόλιθος και ο λευκός ασβεστόλιθος. Πλέον σώζονται οι θεμελιώσεις τόσο του κοίλου και της ορχήστρας, όσο και της σκηνής και του προσκηνίου, αν και δε βρίσκονται σε πολύ καλή κατάσταση. Είναι το μεγαλύτερο σωζόμενο θέατρο της Αιτωλοακαρνανίας. Το θέατρο είχε εντοπίσει ήδη από το 1805 ο W. Leake, αλλά η σχετική ανασκαφή και μελέτη έγινε μεταξύ 1990 και 1996 υπό τον Λ. Κολώνα.
arxaio theatro stratos

αρχαίο θέατρο της Στράτου

Από την ανασκαφή των ορατών θεμελίων του σκηνικού οικοδομήματος έχουν αναγνωριστεί τρεις οικοδομικές φάσεις. Η πρώτη χρονολογείται στον 4ο αιώνα π.Χ., η δεύτερη στον 3ο και η τελευταία στον 2ο αιώνα π.Χ.

ΦΑΣΗ Ι

Τον 4ο αιώνα π.Χ. κατασκευάζεται ένα απλό ισόγειο οικοδόμημα ανοιχτό στην πρόσοψη προς την ορχήστρα που έχει τη μορφή στοάς. Το οικοδόμημα αυτό έχει ορθογώνια κάτοψη και διαστάσεις 18 μ. Χ 9 μ. Η είσοδος ανοιγόταν στο νότιο τοίχο. Η στέγη ήταν δίρριχτη και στηρίζονταν σε έξι εσωτερικούς κίονες, εκ των οποίων οι δύο στα άκρα εφάπτονταν στους πλευρικούς – ανατολικό και δυτικό – τοίχους του οικοδομήματος. Στην ανοιχτή πρόσοψη υπήρχαν πέντε πεσσοί και δημιουργούνταν ανάμεσα στους εξωτερικούς τοίχους έξι ανοίγματα, στα οποία τοποθετούνταν μεγάλοι ζωγραφικοί πίνακες που χρησίμευαν ως φόντο για τις παραστάσεις. Στη φάση αυτή η σκηνή βρίσκεται στο ίδιο επίπεδο με την ορχήστρα.

ΦΑΣΗ ΙΙ

Στον 3ο αιώνα π.Χ. η σκηνή γίνεται διώροφη και πλέον η σκηνική δράση πλην της ορχήστρας πιθανόν να λάμβανε χώρα και στον όροφο του σκηνικού οικοδομήματος. Η ισόγεια ανοιχτή προς την ορχήστρα πρόσοψη κλείνεται και μία νέα πεσσόσχημη κιονοστοιχία στηρίζει πλέον την οροφή, μπροστά από την οποία διαδραματίζονται οι θεατρικές παραστάσεις. Στα ανοίγματα της πεσσόσχημης αυτής κιονοστοιχίας τοποθετούνται μεγάλοι ζωγραφικοί πίνακες, όπως συνέβαινε στα αντίστοιχα ανοίγματα της πρόσοψης του σκηνικού οικοδομήματος της πρώτης φάσης. Η εσωτερική κιονοστοιχία αντικαθίσταται από τοίχο και δημιουργούνται δύο ορθογώνιοι χώροι, μεταξύ των οποίων σχηματίζεται διάδρομος. Στην φάση αυτή, όπως και στην Φάση Ι, οι παραστάσεις διαδραματίζονταν στην ορχήστρα επειδή η σκηνή ήταν μικρή. Οι κίονες της πρόσοψης αντικαθίσταται από πέντε πεσσούς οχταγωνικής τομής για την καλύτερη στέγαση του πρώτου ορόφου.

ΦΑΣΗ ΙΙΙ

Στον 2ο αιώνα π.Χ. κατασκευάζονται δύο επικλινείς διάδρομοι (ράμπες) που οδηγούσαν από τις παρόδους του θεάτρου (ανατολική και δυτική) στον χώρο των θεατρικών παραστάσεων, δηλαδή στο προσκήνιο του άνω ορόφου, ενώ ταυτόχρονα το σκηνικό οικοδόμημα αποκτά και παρασκήνια. Παράλληλα, ανακατασκευάζεται η πρόσοψη της παλιάς ισόγειας σκηνής, στην οποία τοποθετήθηκαν δώδεκα (12) δωρικοί ημικίονες. Στην φάση αυτή οι θεατρικές παραστάσεις διαδραματίζονται αποκλειστικά στον πρώτο όροφο, ενώ ολόκληρο το σκηνικό οικοδόμημα ακουμπά σχεδόν στην ορχήστρα. Στην φάση αυτή χρονολογούνται και οι τιμητικές προεδρίες που τοποθετήθηκαν στο δάπεδο της ορχήστρας και η μεγάλη ορθογώνια βάση του αναθήματος μεταξύ ορχήστρας και δυτικής παρόδου.
Το θέατρο του Στράτου είναι το μεγαλύτερο από τα πέντε έως σήμερα αποκαλυφθέντα θέατρα του νομού Αιτωλοακαρνανίας. Δεν σώζεται σε πολύ καλή κατάσταση. Από τα αποκαλυφθέντα μέρη του καλύτερα σώζονται: οι κερκίδες με τα εδώλια στο βορειανατολικό τμήμα του κοίλου, οι κατώτερες σειρές εδωλίων στις βόρειες κερκίδες, η πρώτη σειρά των εδωλίων, οι λεγόμενες «προεδρίες», η ορχήστρα και ο αποχετευτικός αγωγός, ενώ από το σκηνικό οικοδόμημα, το προσκήνιο και το παρασκήνιο σώζεται μόνο η θεμελίωση.
Το θέατρο ως επί το πλείστον είναι δομημένο από γκριζοπράσινους ντόπιους ψαμμιτόλιθους (κοίλο, σκηνή), ενώ τα κατώτερα μέρη του κοίλου, η κρηπίδα της περιφέρειας της ορχήστρα και ο αποχετευτικός αγωγός είναι κατασκευασμένα από λευκό ασβεστόλιθο Λεπενούς.
Το κοίλο διαιρείται από δώδεκα (12) κλίμακες ανόδου σε έντεκα (11) κερκίδες, ενώ δεν υπάρχει διάζωμα. Σώζονται τουλάχιστον τριάντα τρεις (33) σειρές εδωλίων. Η χωρητικότητά του υπολογίζεται σε 6.000 θεατές περίπου. Τα ανώτερα εδώλια του κοίλου είναι κατασκευασμένα από ντόπιους γκριζοπράσινους ψαμμιτόλιθους, ενώ τα κατώτερα μέρη από λευκό ασβεστόλιθο Λεπενούς. Στην πρώτη σειρά των εδωλίων σώζονται οι λεγόμενες «προεδρίες», ο αριθμός των οποίων ανέρχεται στις έντεκα (11), που αντιστοιχεί μία σε κάθε κερκίδα. Αυτές είναι κατασκευασμένες από ψαμμιτόλιθο (μονολιθικές). Εν μέρει διατηρείται και ο πλακόστρωτος διάδρομος που μεσολαβεί μεταξύ των προεδριών και της ορχήστρας. Και εδώ έχουν χρησιμοποιηθεί πλάκες από λευκό ασβεστόλιθο Λεπενούς.
Η Ορχήστρα έχει διάμετρο 15,50 μ. περίπου. Πλαισιώνεται από λίθινο κράσπεδο, πλάτους 0,30 μ., κατασκευασμένο από λευκό ασβεστόλιθο. Σε καλή κατάσταση διατηρείται και ο αποχετευτικός αγωγός, ο οποίος περιτρέχει την ορχήστρα κατά το βόρειο ήμισυ, φέρει καλυπτήριες πλάκες ανά 2 μ. περίπου, και λίγο πριν την ανατολική πάροδο γίνεται υπόγειος και συνεχίζει με διεύθυνση από Βορά προς Νότο κάτω από τη σκηνή και το προσκήνιο. Στο δάπεδο της ορχήστρας βρέθηκαν θραύσματα από τα ερεισίνωτα δύο ακόμη τιμητικών «προεδριών» στο ανατολικό και στο βόρειο τμήμα της, αλλά ενδεχομένως υπήρχε και μία τρίτη στο δυτικό. Οι «προεδρίες» αυτές ανήκουν στην τελευταία φάση χρήσης του θεάτρου που χρονολογείται στον 2ο αιώνα π.Χ. και ήταν κατασκευασμένες από λευκό ασβεστόλιθο. Στη φάση αυτή ανήκει και μεγάλη ορθογώνια βάση αναθήματος μεταξύ ορχήστρας και δυτικής παρόδου.
Από την ανασκαφή των ορατών θεμελίων του σκηνικού οικοδομήματος έχουν αναγνωριστεί τρεις οικοδομικές φάσεις. Η πρώτη χρονολογείται στον 4ο αιώνα π.Χ., η δεύτερη στον 3ο και η τελευταία στον 2ο αιώνα π.Χ.
Όλα τα δομικά-λειτουργικά στοιχεία του θεάτρου λόγω του υλικού κατασκευής χρήζουν άμεσης στερεωτικής και αναστηλωτικής παρέμβασης.
Το αρχαίο θέατρο του Στράτου είναι κτισμένο σε χαμηλή πλαγιά και έχει θέα προς τον ποταμό Αχελώο και την κοιλάδα του. Βρίσκεται εντός των τειχών της αρχαίας πόλης, ανατολικά του διατειχίσματος και πολύ κοντά στην αγορά της. Την θέση του θεάτρου είχε εντοπίσει πρώτος το 1805 ο W. M. Leake, ενώ η θέση του τοποθετήθηκε σωστά στο τοπογραφικό της αρχαίας πόλης από τον L. Heuzeyto 1856. Στη δημοσίευση των εργασιών της Γαλλικής Αρχαιολογικής Σχολής το 1892 δεν συμπεριλήφθηκε στο γενικό τοπογραφικό της πόλης, επειδή δεν ήταν ορατό. Τη θέση ύπαρξης του θεάτρου ταύτισε και πάλι τέσσερα χρόνια αργότερα ο F. Noack. Οι νεώτερες έρευνες πραγματοποιήθηκαν από το 1990 έως το 1996 υπό τη διεύθυνση του Επίτιμου Γενικού Διευθυντή Αρχαιοτήτων & Πολιτιστικής Κληρονομιάς του ΥΠΠΟ, Δρ. Λάζαρου Κολώνα, και με τη συμμετοχή του Dr. Ε.-L.Schwandner, ως εκπροσώπου του Κεντρικού Γερμανικού Ινστιτούτου στο Βερολίνο.
Μόνη επιτρεπόμενη χρήση σήμερα είναι η απλή επίσκεψη.
(Πηγή: Διάζωμα, Λ. Κολώνας, Αρχαιολόγος)

τα τείχη

Τα τείχη αποτέλεσαν το σημαντικότερο στοιχείο της άμυνας της Αρχαίας Στράτου. Η περίμετρος των τειχών υπολογίζεται στα 7,4 χλμ. και προστάτευαν τέσσερις μεγάλους λόφους και τρεις κοιλάδες. Χρονολογούνται στα τέλη του 5ου αιώνα π.Χ.
φωτογραφία: Τάσος Καραίσκος (Πηγή: Δήμος Αγρινίου)
Το_τείχος_της_αρχαίας_Στράτου

το τείχος της αρχαίας Στράτου

φωτογραφία: Τάσος Καραίσκος

Σύμφωνα με τις πρόσφατες μετρήσεις του Γερμανού Αρχιτέκτονα και Δρ. Αρχαιολογίας ERNEST LUDWIG SCHWANDΝER η περίμετρος των τειχών της αρχαίας Στράτου είναι μήκους 7,5 Κm και με το Διατείχισμα που “κόβει” το τείχος εγκαρσίως, από βορράν προς νότο, σε δύο μέρη, το μήκος του φτάνει τα 10 Κm. Τα τείχη της πόλης περικλείουν μέσα τέσσερεις μεγάλους λόφους και τρείς κοιλάδες. H διάταξη των τεσσάρων αυτών λόφων δημιουργεί τροποντινά μία κάπως στενή λεκάνη, στην οποία διακρίνονται τα λείψανα αυτής της εκτεταμένης αρχαίας πόλης με δικό της θέατρο του 4ου αι. π.Χ.
(Σημείωση: ‘Οτι η περίμετρος των τειχών της αρχαίας Στράτου είναι μήκους 7,5 Κm και με το διατείχισμα που “κόβει” το τείχος εγκαρσίως, από βορράν προς νότο, σε δύο μέρη φτάνει τα 10 Κm, αναφέρθηκε από τον αρχιτέκτονα και Δρ. Αρχαιολογίας ERNEST LUDWIG SCHWANDLER σε Διάλεξή του στο Αγρίνιο, στις 27/5/1994, με θέμα “ΟΙ ΝΕΩΤΕΡΕΣ ΕΡΕΥΝΕΣ ΣΤΗΝ ΣΤΡΑΤΟ”. Ο ERNEST LUDWIG SCHWANDLER διενήργησε συστηματικές ανασκαφές στην αρχαία Αγορά της Στράτου. Επίσης, σε συνεργασία με τον τότε ‘Εφορο Αρχαιοτήτων της 6ης ΕΠΚΑ Πατρών Λάζαρο Κολώνα ανέσκαψαν το αρχαίο θέατρο της Στράτου).
Τα τείχη της πόλεως, Στράτος,, λόγω των πολυάριθμων οδοντώσεών τους και των πολλών πύργων, πενήντα τρείς (53) τον αριθμό, μπορούν να προχρονολογηθούν στα τέλη του 5ου αι. π.Χ., αν και η τεχνική της ανοικοδόμησής τους είναι η τραπεζοειδής ψευδοϊσοδομική, περισσότερο τυπική στον 4ο αι. Πραγματικά, αφού η δυτική πλευρά του τείχους εμπερικλείει τον Ναό του Στρατίου Διός, χρονολογημένον περί το 320 π.Χ., (Ορλάνδος Αναστ., Τα Υλικά Δομής των Αρχαίων Ελλήνων, τόμος Β’, 1958, σ. 188), το τείχος χρονολογείται μετά το 314 π.Χ., χρονιά που οι Ακαρνάνες οχυρώνουν και συνοικίζουν την Στράτο κατά προτροπήν του Κασσάνδρου, ώστε να αμύνονται αποτελεσματικότερα στις επιθέσεις των Αιτωλών. ‘Ενα ενδιάμεσο τείχος, δηλαδή ένα διατείχισμα, με διεύθυνση από βορράν πρός νότο, κόβει το τείχος στή μέση ενισχύοντας έτσι την άμυνα των πολιορκημένων. Η κύρια πύλη του τείχους βρίσκεται στην νότια πλευρά , ενισχυμένη με ισχυρά αντιτοιχίσματα.
Τα τείχη της αρχαίας Στράτου είναι εξ ολοκλήρου κτισμένα σύμφωνα με το υπό του Κ. Ρωμαίου (“Ανά την Ακαρνανίαν”, AΔ έτους 1918, σ. 107-108) ονομασθέν “Πλευρώνιο Σύστημα”. Γράφει, συγκεκριμένα, ο ίδιος ο Κ. Ρωμαίος: «Στη σπουδή των ακαρνανικών τειχών και στην κατανόηση αυτών συνετέλεσεν, ως προπαρασκευή, η μελέτη του τείχους της αιτωλικής Πλευρώνος (Κάστρο της Κυραρήνης). Το τείχος τούτο διατηρείται θαυμασίως και είναι γνωστής χρονολογίας: χτίστηκε ευθύς μετά το 234 π.Χ., ότε ο Δημήτριος ο Μακεδών κατέστρεψε την ”παλαιάν Πλευρώνα”. Η τοιχοδομία είναι ίδια με την τοιχοδομία των λοιπών αιτωλικών τειχών του Γ’ αι. π.Χ., δηλαδή είναι σύμφωνη με το ψευδισοδομικόν λεγόμενον σύστημα, σύμφωνα με το οποίο οι λίθοι είναι τετράπλευροι, έχουν τις στρώσεις αυτών οριζόντιες και τους εκατέρωθεν αρμούς συνήθως καθέτους και ενίοτε πλαγίους. Το ύψος των δόμων δεν είναι πάντοτε το αυτό, ουδέ συμπίπτουν οι αρμοί εις το μέσον των υπερκειμένων ή υποκειμένων δόμων, ενίοτε μάλιστα συμβαίνει υψηλός δόμος να συνεχίζεται διά δύο μικροτέρου ύψους σειρών, γομφουμένων εις αλλήλους των λίθων (empietement). Αυτό το επωνομαζόμενον πλευρώνιον σύστημα της τοιχοδομίας, σύμφωνα με το οποίο συνήθεις είναι προσέτι οι ορθογώνιοι πύργοι, απαντά και επί πλείστων ακαρνανικών τειχών. ‘Αλλ’ αν εξαιρέσουμε τα τείχη της Στράτου, του Αμφιλοχικού ‘Αργους και του Πραντός, ουδέν τείχος άλλο είναι εξ ολοκλήρου εκτισμένον κατά το σύστημα τούτο.
Τα τείχη, λοιπόν, της Στράτου είναι μόνον ψευδοϊσοδομικά και δεν παρουσιάζουν ουδαμού ούτε καν στη βάση αυτών λείψανον πολυγωνικού τρόπου, οφείλουν δε να είναι παλαιά, τουλάχιστον του Ε’ π.Χ. αιώνα, όπως συνάγεται και από τα λεγόμενα του Θουκυδίδη (Β.79)».
(Ιωάννης Γ. Νεραντζής, Η Αρχαία Στρατική Ακαρνανίας: Μνημειακή Τοπογραφία, Επιγραφές και Αρχαιολογικά Ευρήματα, Έκδοση: ΑΓΡΙΩΝΙΟΝ ΑΡΧΕΙΟΝ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ & ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΔΥΤ. ΣΤΡΕΑΣ ΕΛΛΑΔΑΣ -έδρα: ΑΓΡΙΝΙΟΝ -1997)

αρχαία στράτος